Στόχοι Γονέων VS Παιδική Ικανότητα: Τα συγκοινωνούντα δοχεία της επιτυχίας
Γράφει η Τάνια Γεριτσίδου Ψυχοπαιδαγωγός
Ως γονείς, έχουμε όνειρα για τα παιδιά μας και θέλουμε να τα δούμε να αποδίδουν στους τομείς που είναι συναφείς με τα όνειρα αυτά. Τι συμβαίνει λοιπόν σ’ αυτή την διαδικασία και πότε τα παιδιά μας ανταποκρίνονται παρουσιάζοντας στην σχολική και κοινωνική τους συμπεριφορά τα δείγματα ότι θα είναι σε θέση να κάνουν τα όνειρα μας πραγματικότητα και πότε όχι;
Ένας απαράβατος κανόνας στην συμπεριφορά των παιδιών μας είναι ότι αυτή έχει πάντα σχέση με το πώς θεωρούν ότι θα μας ευχαριστήσουν ή τί θεωρούν ότι θέλουμε εμείς από εκείνα. Αυτό πρέπει να το έχουμε πάντα υπ’ όψη και να ξέρουμε ότι εάν τόσο τα λόγια μας όσο και η συμπεριφορά μας συμφωνούν και είναι συνεπή με το μήνυμα που δίνουμε στο παιδί μας, τότε το παιδί μας θα ανταποκριθεί.
Ένας δεύτερος επίσης απαράβατος κανόνας είναι ότι δεν πρέπει να περιμένουμε να διαγνώσουμε αν το παιδί μας έχει την ικανότητα που θα επιθυμούσαμε, γιατί το παιδί μας θα το καταλάβει και θα το ερμηνεύσει ότι το αμφισβητούμε ή δεν το βρίσκουμε εντάξει/ικανό. Αυτό θα το γεμίσει άγχος και θα του διαλύσει την αυτοπεποίθηση, αποτρέποντας το από αυτή ακριβώς την ικανότητα/συμπεριφορά/επίδοση που θέλουμε να του εμπνεύσουμε.
Αντιθέτως, αυτό που έχουμε ως τον τρίτο απαράβατο κανόνα είναι ότι κάθε ικανότητα διδάσκεται και δεν είναι έμφυτη. Ως εκ τούτου δεν περιμένουμε να δούμε αν το παιδί μας έχει την ικανότητα που θέλουμε αλλά κατ’ ευθείαν του την διδάσκουμε με τη σιγουριά και την πεποίθηση ότι θα την αποκτήσει.
Αυτοί οι τρείς κανόνες διέπουν την προσέγγιση των γονέων όλων των παιδιών που έχουν εξαιρετικές αποδόσεις σε μαθήματα, αθλήματα, τέχνες και κοινωνικότητα.
Πού λοιπόν είναι τα συγκοινωνούντα δοχεία;
Πρώτον, στο πόσο αποφασισμένος και συνεπής είναι ο γονέας να διδάξει στο παιδί του την ικανότητα που θέλει, όπως αναπτύξαμε.
Δεύτερον, στο πόσο οι δύο γονείς (ή οι δύο κηδεμόνες) έχουν συμφωνία μεταξύ τους για τους στόχους που το παιδί καλείται να πετύχει και τις ικανότητες που καλείται να μάθει γι’ αυτό: το παιδί μπορεί να μάθει και να γίνει άριστο σε πολλές ικανότητες ταυτόχρονα αρκεί να μην υπονομεύεται στο κατά πόσον αυτό είναι αρεστό και συμβατό και με τους δύο γονείς. Μπορεί δηλαδή να είναι και άριστος στις επιστήμες και άριστος στα φιλολογικά, και πρώτος μαθητής και καλός αθλητής, κ.ο.κ.
Τρίτον, όσο πιο ευχάριστη είναι η εμπειρία και η επιβράβευση από τους γονείς-ποιοτική και όχι υλική, τόσο περισσότερο το παιδί θα υιοθετεί τους στόχους των γονέων ως δικούς του: όλοι οι άνθρωποι θέλουν να αισθάνονται καλά και να ευχαριστιούνται με αυτό που κάνουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει προσπάθεια και κούραση και στιγμές που η δυσκολία θα είναι υψηλή αλλά ότι υπάρχει η πεποίθηση και η σιγουριά ότι και θα ξεπεραστεί λόγω της επιμονής και της θέλησης η δυσκολία αυτή και ότι η αίσθηση όταν αυτό γίνει θα είναι υψηλής επιβράβευσης (δηλαδή, οι γονείς θα δείξουν πόσο περήφανοι και ευχαριστημένοι είναι όχι μόνο από το αποτέλεσμα αλλά και από την ίδια τη διαδικασία και θα γιορτάσουν με διάφορους τρόπους το γεγονός).
Δηλαδή, δείχνουμε στο παιδί μας ότι με την δική μας καθοδήγηση και ενασχόληση (κάτι που του δίνει την ασφάλεια ότι θα μπορέσει να πετύχει αυτό που του ζητούμε) καθώς και με το δικό μας παράδειγμα και συμπεριφορά (που του δίνει την αίσθηση ότι ταυτίζεται μαζί μας και άρα είναι δικό μας μέλος) θα έχει ακόμα και στις δυσκολίες επιβράβευση, κάτι που του διδάσκει να έχει κίνητρο να πετύχει.
Όσο περισσότερο ως γονείς ακολουθούμε αυτές τις στρατηγικές και αυτές τις αρχές με συνέπεια τόσο περισσότερο θα βλέπουμε το παιδί μας να ανθίζει.
Γνωρίστε την Τάνυα Γεριτσίδου εδώ!