Ψυχικές διαταραχές: Κατά πόσο είναι κληρονομικές;
Ποιος είναι ο ρόλος της προδιάθεσης στην εμφάνιση των ψυχικών διαταραχών; Μπορεί το περιβάλλον στο οποίο κανείς μεγαλώνει ή βρίσκεται την παρούσα στιγμή να δράσει προστατευτικά ακόμα κι όταν το άτομο είναι ευάλωτο σε κάποια συγκεκριμένη διαταραχή;
Είναι γεγονός πως τόσο γενετικοί όσο και περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν την ανάπτυξη ψυχικών διαταραχών. Ο βαθμός όμως στον οποίον η βιολογική προδιάθεση υπερέχει των υπολοίπων συνθηκών ζωής του ατόμου διαφοροποιείται από ψυχική νόσο σε ψυχική νόσο.
1| Διαταραχές της διάθεσης
Στις διαταραχές της διάθεσης συγκαταλέγονται η Μείζων Καταθλιπτική Διαταραχή και η Διπολική διαταραχή τύπου Ι και ΙΙ. Παρόλο που δεν υπάρχει μια συγκεκριμένη αιτία πίσω από αυτές, μελέτες έχουν δείξει ότι οι συγγενείς πρώτου βαθμού (αδέλφια, παιδιά) ατόμων με κατάθλιψη είναι τρεις φορές πιο πιθανό να εκδηλώσουν και οι ίδιοι τη διαταραχή από ό,τι άτομα του γενικού πληθυσμού. Αυτή η ευαλωτότητα βέβαια μπορεί να εξηγηθεί και από το γονεϊκό στυλ ανατροφής καθώς η κατάθλιψη επηρεάζει την ικανότητα του γονιού να φροντίσει το παιδί του – ακόμα και τον ίδιο του τον εαυτό.
Η γενετική συνεισφορά είναι σαφώς υψηλότερη στις διπολικές διαταραχές με τους συγγενείς πρώτου βαθμού να έχουν 10 φορές περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάσουν κι αυτοί διπολική διαταραχή από ό,τι άτομα χωρίς παρόμοιο οικογενειακό ιστορικό.
2| Αγχώδεις διαταραχές
Στις αγχώδεις διαταραχές εντάσσονται η Γενικευμένη αγχώδης διαταραχή, η διαταραχή πανικού, η αγοραφοβία, η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και η κοινωνική φοβία. Σε αυτές τις διαταραχές το άγχος υπερβαίνει τα όρια του φυσιολογικού και οδηγεί σε σημαντική έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου σε διάφορους τομείς – επαγγελματικό, κοινωνικό, προσωπικό.
Σε έρευνες που έχουν γίνει ο κληρονομικός παράγοντας φαίνεται να είναι πιο ισχυρός στη διαταραχή πανικού. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM-IV), αν οι κρίσεις πανικού εμφανιστούν πριν την ηλικία των 20 ετών, τότε το άτομο είναι 20 φορές πιθανότερο να έχει συγγενή πρώτου βαθμού με την ίδια διαταραχή.
3| Σχιζοφρένεια και ψυχωτικές διαταραχές
Οι διαταραχές αυτές χαρακτηρίζονται από διαταραγμένη σκέψη, ομιλία, διάθεση και συμπεριφορά με συμπτώματα όπως παραληρήματα και ψευδαισθήσεις. Η σχιζοφρένεια συνδέεται περισσότερο με κληρονομικούς παράγοντες από ό,τι όλες οι προαναφερθείσες διαταραχές. Έτσι, ενώ το ποσοστό σχιζοφρένειας στον γενικό πληθυσμό είναι 1% έως 2%, για το παιδί με ένα σχιζοφρενή γονιό το ποσοστό αυτό αυξάνεται στο 13.8% και με δύο γονείς φτάνει το 36.6%. Παιδιά γονέων με σχιζοφρένεια που δόθηκαν για υιοθεσία σε γονείς χωρίς σχιζοφρένεια έχουν μικρότερο κίνδυνο για εμφάνιση της νόσου υπό την προϋπόθεση ότι μεγαλώνουν σε ένα υγιές περιβάλλον.
Σε κάθε περίπτωση ενθαρρυντικό είναι το γεγονός πως καμιά διαταραχή δε μπορεί να θεωρηθεί πλήρως κληρονομική.
Παράγοντες όπως η «εύκολη» ιδιοσυγκρασία του ατόμου, το υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον, οι καλές διαπροσωπικές σχέσεις και η γενικότερη θετική στάση του ατόμου απέναντι στη ζωή μπορούν να αποτρέψουν την εμφάνιση κάποιας διαταραχής ή να μειώσουν τη σοβαρότητά της.
Ακόμα όμως και όταν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό, αυτό μπορεί να δράσει με τον αντίθετο από τον αναμενόμενο τρόπο. Τα άτομα μπορούν να διακρίνουν πιο εύκολα τα συμπτώματα και έτσι να απευθυνθούν εγκαίρως σε κάποιον ειδικό. Ταυτόχρονα, επειδή έχουν δει από πρώτο χέρι τι σημαίνει ζωή με ψυχική διαταραχή μπορεί να έχουν αναπτύξει αποτελεσματικούς γνωστικούς μηχανισμούς, δηλαδή τρόπους σκέψης, ώστε να μπορούν να ξεφύγουν από αυτόν τον φαύλο κύκλο.