1. Κατ’ αρχάς συστηθείτε μας.
Αντωνία Πίντζου: Είμαστε μια ομάδα επτά νέων καλλιτεχνών. Φίλοι, με τους ίδιους κώδικες επικοινωνίας και απόφοιτοι της ίδιας σχολής. Αναφέρω τους κώδικες επικοινωνίας γιατί είναι απαραίτητοι για την λειτουργικότητα μίας ομάδας. Είμαστε ηθοποιοί με κάποιες γνώσεις χορού. Θα έλεγα ότι παρουσιάζουμε μια θεατρική παράσταση χωρίς λόγο και με μοναδικό μέσο αφήγησης τα σώματα μας.
Mαρία Μάργαρη: Ο θίασος Μοντέρνοι Καιροί ιδρύθηκε από τον Κώστα Νταλιάνη και την Εβίτα Παπασπύρου και αποτελείται από ηθοποιούς με μακρόχρονη θητεία στο θέατρο αλλά και με ηθοποιούς νεώτερης γενιάς που έχουν εκπαιδευτεί στην ανώτερη σχολή θεάτρου «Μοντέρνοι Καιροί» που τους ενώνουν, κοινό όραμα, κοινοί στόχοι και κοινή καλλιτεχνική κατεύθυνση. Ο θίασος Μοντέρνοι Καιροί ξεκίνησε τη δεύτερη περίοδο της λειτουργίας του το 2006 παράλληλα με την ίδρυση της σχολής.
Ανδρέας Βελέντζας: Είναι τύχη να συνεργάζεσαι με ανθρώπους που ξέρεις ότι μπορείς να βασιστείς πάνω τους. Γνωριστήκαμε πριν τέσσερα χρόνια στη δραματική σχολή Μοντέρνοι Καιροί και από τότε έχουμε διανύσει μεγάλη απόσταση, τόσο ατομικά όσο και ως ομάδα. Για όσους δεν ξέρουν πώς είναι να σπουδάζεις σε μια δραματική σχολή θα έλεγα πως είναι μια διαδικασία που αναπόφευκτα σε αλλάζει, σε φέρνει καθημερινά σε επαφή με τον εαυτό σου και με τους άλλους. Αν δείξεις διαθεσιμότητα και είσαι ανοιχτός, τότε αυτή η επαφή είναι μια ζύμωση που σε εξελίσσει, διαφορετικά είναι μια διαρκής σύγκρουση που δεν οδηγεί πουθενά. Όλοι μας ευτυχώς λειτουργήσαμε και λειτουργούμε με οδηγό τη χαρά, τον αλληλοσεβασμό και την επίτευξη του στόχου μας.
Γιάννης Πετρίδης: Το πιο σημαντικό σε μια ομάδα, παρ’ όλες τις συγκρούσεις που αναπόφευκτα θα προκύψουν, παρά τις όποιες δυσκολίες, παρά την κούραση μετά από αμέτρητες ώρες πρόβας και προσωπικών θυσιών που κάνουμε όλοι, είναι το να μοιραζόμαστε ένα κοινό όραμα. Όταν υπάρχει αυτό τότε όλα αποκτούν νόημα και σκοπό.
Γιούλια Καραχανιάν: Όλοι οι ηθοποιοί που συμμετέχουμε ήμασταν συμφοιτητές στην δραματική σχολή Μοντέρνοι Καιροίόπ ου και δίδασκε ο Βασίλης Γεωργοσόπουλος, σκηνοθέτης της παράστασης, το μάθημα του Contact Improvisation.
2. Πώς είναι σήμερα για έναν νέο άνθρωπο να ακολουθεί το επάγγελμα του ηθοποιού;
Γ. Καραχανιάν: Είναι ένα επάγγελμα το οποίο έχει κορεστεί, υπάρχει υπερπροσφορά ηθοποιών. Είναι επίσης ένα επάγγελμα που χαρακτηρίζεται από εποχικότητα. Οπότε ακόμα και αν
είσαι από αυτούς που θα κλείσουν μια δουλειά , η οποία μπορεί να μη σου αποφέρει κάποιο οικονομικό κέρδος, είναι αβέβαιο το πότε θα ξαναδουλέψεις. Υπάρχει μεγάλη δυσκολία για έναν νέο ηθοποιό να εδραιωθεί στο χώρο, ιδιαίτερα αν από την φύση του είναι εσωστρεφής.
Δημήτρης Καπαμάς: Παρόλο που σε όλους τους κλάδους επικρατεί επισφάλεια και αβεβαιότητα ενώ ταυτόχρονα ο κίνδυνος επιστροφής σε εργασιακό μεσαίωνα είναι διαρκής, στο επάγγελμα του ηθοποιού τα πράγματα είναι λίγο χειρότερα γιατί δεν αντιμετωπίζεται καν ως επάγγελμα. Με εξαίρεση τις δύο κρατικές σκηνές και το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας που εξασφαλίζουν την αξιοπρέπεια της συλλογικής σύμβασης, στον υπόλοιπο κλάδο οι συνθήκες είναι κωμικοτραγικές. Ανύπαρκτα εργασιακά δικαιώματα, απαράδεκτες συμπεριφορές από εργοδότες και “απληρωσιά” είναι ο κανόνας. Φυσικά, υπάρχουν και οι φωτεινές εξαιρέσεις που όμως δεν επαρκούν για να αλλάξει το θεατρικό τοπίο. Παράλληλα, τα διπλώματα των δραματικών σχολών -εκτός από το Τμήμα Θεάτρου του ΑΠΘ- δεν έχουν καμία αξία μιας και είναι αδιαβάθμητα, δεν ισοδυναμούν με πτυχία ΤΕΙ/ΑΕΙ. Εξάλλου, δε χρειάζεται καν να έχεις δίπλωμα για να μπορείς να εξασκείς το επάγγελμα του ηθοποιού. Ο οποιοσδήποτε μπορεί να ανέβει σε μια σκηνή και να παίξει.
3. Από την παράστασή σας απουσιάζει ο λόγος. Γιατί κάνατε αυτή την επιλογή και ποιες ερμηνευτικές δυσκολίες αντιμετωπίσατε;
Μ. Μάργαρη: Η δυσκολία που αντιμετωπίσαμε ήταν μεγάλη. Παρότι προέρχομαι από τον κόσμο του χορού, δυσκολεύτηκα να βγάλω από πάνω μου τις χορευτικές φόρμες και τις σωματικές μιμήσεις. Αυτό όμως για μένα είναι και το μεγάλο στοίχημα της παράστασης. Να καταφέρουμε να διηγηθούμε μια ιστορία που καταπιάνεται με ζητήματα πανανθρώπινα, όπως η ελευθερία, με μοναδικό μέσο τα σώματά μας.
Γ. Πετρίδης: Αντιμετωπίσαμε τη δυσκολία του να δημιουργείς μια παράσταση σχεδόν από το τίποτα. Δεν υπήρχε κείμενο, δεν υπήρχαν ρόλοι. Τραβήξαμε κάποιες αδρές γραμμές βασισμένοι στην ταινία και ψάξαμε το δρόμο μας στο σκοτάδι, άλλοτε λοξοδρομώντας κι άλλοτε φτάνοντας σε αναπάντεχες ανακαλύψεις.
Δ. Καπαμάς: Ήταν μεγάλη πρόκληση για μας να διαχειριστούμε το ζήτημα της μη χρήσης του λόγου. Συνειδητοποίησα ότι πολύ συχνά το κείμενο αποτελεί ένα δεκανίκι πάνω στο οποίο μπορεί να ξεκουράζεται ο ηθοποιός όταν παίζει. Αφαιρώντας το, βρίσκεσαι αναγκαστικά σε άλλη νοητική και σωματική εγρήγορση, πράγμα που είναι ενδιαφέρον και διευρύνει τις σκηνικές δυνατότητες. Αποκλείοντας το λόγο, όλη η ενέργεια της ερμηνείας διοχετεύεται στο σώμα και επιδρά απευθείας στο θυμικό του θεατή, όπως η μουσική, ενώ, αντίθετα, ο λόγος φιλτράρεται από τη νόηση.
Γ. Καραχανιάν: Θέλαμε να εξερευνήσουμε διαφορετικούς τρόπους αφήγησης μιας ιστορίας. Θεωρώ ότι η παράσταση λειτουργεί με αντίστροφο τρόπο από αυτόν της ανάγνωσης ενός βιβλίου. Εμείς βάζουμε τις εικόνες και ο θεατής, με οδηγό τη φαντασία του, τις λέξεις. Μια από τις δυσκολίες που αντιμετώπισα ήταν ότι η εύρεση της εσωτερικής αλήθειας είχε ακόμα μεγαλύτερη σημασία απ’ ό,τι σε μια παράσταση λόγου. Δεύτερη δυσκολία ήταν η ανασφάλεια που είχα, ειδικά στην αρχή, σε σχέση με το ότι δεν είμαι χορεύτρια αλλά μια ηθοποιός που καλείται να εκφραστεί αποκλειστικά με το σώμα της.
Α. Πίντζου: Το να ερμηνεύεις έναν ρόλο είναι δύσκολο. Χρειάζονται πολλές πρόβες για να διαμορφωθεί ο ρόλος. Όταν μάλιστα λείπει και ο λόγος το επίπεδο δυσκολίας ανεβαίνει. Υπάρχει ο ρυθμός και η χορογραφία που πρέπει να ακολουθηθούν με ακρίβεια. Υπάρχουν δηλαδή και οι τεχνικές δυσκολίες. Ωστόσο ο ηθοποιός εκτός από λόγος είναι και σώμα. Λέει ιστορίες με το σώμα του και οφείλει να είναι πάντα ενεργοποιημένο.
4. Στην ταινία “Εξολοθρευτής Άγγελος” ο Μπουνιουέλ προσεγγίζει το ζήτημα του ανθρώπινου εγκλεισμού και της ελευθερίας. Ποια είναι η δική σας άποψη πάνω στο θέμα και κατά πόσο συνδέεται με το σήμερα;
Α. Πίντζου: Ο Λουίς Μπουνιουέλ είχε πει: “Ευτυχώς, κάπου ανάμεσα στο τυχαίο και το μυστηριώδες βρίσκεται η φαντασία, το μόνο πράγμα που προστατεύει την ελευθερία μας, παρά το γεγονός ότι οι άνθρωποι προσπαθούν συνέχεια να την περιορίσουν ή να την αφανίσουν ολοσχερώς…” Ο άνθρωπος λοιπόν περιορίζει τον ίδιο του τον εαυτό. Φοβάται να σπάσει τα δεσμά του και να κάνει το προσωπικό του βήμα προς τον ελευθέρια. Ζούμε ζωές συμβιβασμένες γιατί φοβόμαστε το αβέβαιο. Προτιμάται μια ζωή που δε μας αρέσει γιατί είναι μια ζωή που έχουμε συνηθίσει. Ο εγκλεισμός στην εποχή μας προέρχεται από τον ίδιο μας τον εαυτό, από τους ηθικούς και κοινωνικούς κώδικες και από το γενικότερο κοινωνικό σύστημα. Ο άνθρωπος όταν περιορίζεται αντιδρά. Αντιδρά βίαια, όπως ένα άγριο θηρίο. Μπορούμε να το παρατηρήσουμε στην καθημερινότητα μας. Πως οδηγεί ο κόσμος, πως συμπεριφέρεται στον συνάνθρωπο του. Χάνεται η ανθρωπιά. Καλύπτουμε το ζώο που έχουμε μέσα μας με καθωσπρεπισμό όπως ακριβώς και οι ήρωες του έργου.
Δ. Καπαμάς: Ο ίδιος ο Μπουνιουέλ ποτέ δεν έδωσε κάποια εξήγηση για το τί ήθελε να πει με την ταινία του και καλά έκανε. Έργα τέχνης τέτοιου βεληνεκούς επιδέχονται πολλαπλές ερμηνείες ανάλογα με το πρίσμα που χρησιμοποιεί ο εκάστοτε αναλυτής. Στη δική μας ανάγνωση και θεατρική μεταφορά της ταινίας του Μπουνιουέλ, όντως, ένας από τους προβληματισμούς μας ήταν και η έννοια της ελευθερίας, της οχύρωσης του Εγώ πίσω από τα ταξικά στεγανά της μπουρζουαζίας -και όχι μόνο. Η δική μου άποψη πάνω στη σύνδεσή του με το σήμερα είναι πως στις σύγχρονες κοινωνίες ο όρος “ελευθερία” μόνο κατ’ ευφημισμόν μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Το κυνήγι του αμερικάνικου ονείρου, η ελεύθερη αγορά των υποτιθέμενων ίσων ευκαιριών και τα αφηγήματα τύπου “όταν θέλεις κάτι πάρα πολύ, το σύμπαν συνωμοτεί για να το αποκτήσεις” μας έδωσαν την ψευδαίσθηση της ελευθερίας. Τα στεγανά είναι ολόγυρά μας και καλό είναι να τα συνειδητοποιήσουμε ώστε να μπορέσουμε, ίσως, να τα σπάσουμε.
Γ. Καραχανιάν: Η ελευθερία είναι ένα διαχρονικό ζήτημα. Η ίδια η έννοια είναι πλατιά και υποκειμενική. Εξαρτάται όμως από εσένα, αν θα καταφέρεις να ξεπεράσεις τα εμπόδια που σου δημιουργεί ο εαυτός σου, η κοινωνία και η εποχή στην οποία ζεις.
5. Για ποιους λόγους θα προτείνατε σε κάποιον να έρθει να δει την παράστασή σας;
Δ. Καπαμάς: Για να πάρει ερεθίσματα και να διευρύνει το πεδίο των εμπειριών του. Θα ήμουν πολύ χαρούμενος αν μάθαινα πως η παράστασή μας στάθηκε αφορμή για κάποιον να δει μια ταινία του Μπουνιουέλ.
Α. Βελέντζας: Για να ευχαριστηθούν τα μάτια και τ’ αυτιά, να ανοίξει το μυαλό και η καρδιά.
Γ. Καραχανιάν: Οι θεματικές του έργου, όπως αυτή της ελευθερίας που αναφέρθηκε, αφορούν όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως. Καθένας που θα δει την παράσταση θα συνδεθεί μαζί της
με κάποιον τρόπο, καθαρά προσωπικό.
Γ. Πετρίδης: Για να πάρει μια γεύση απ’ το σουρεαλιστικό κόσμο του Λουίς Μπουνιουέλ.
H παράσταση “Εξολοθρευτής άγγελος” θα γίννει για μια μόνο φορά την Πέμπτη 11 Ιουλίου στις 21:00 ατο θέατρο Βράχων Αννα Συνοδινού