Madame Grès: Η Συναρπαστική Ιστορία Της Γαλλίδας Που Σχεδίαζε Ρούχα Εμπνευσμένα Από Την Αρχαία Ελλάδα
«Για να επιβιώσει ένα φόρεμα από μια εποχή σε μια άλλη, πρέπει να έχει χαρακτηριστεί από μια απόλυτη καθαρότητα και αγνότητα» ~ Madame Grès
Η Madame Grès (1903-1993) ήταν μια αξιοθαύμαστη σχεδιάστρια μόδας του 20ου αιώνα, γνωστή για τη χρήση λεπτεπίλεπτων πιετών που μετέτρεπαν ένα συνηθισμένο ύφασμα σε αληθινό ελληνικό γλυπτό.
Η Grès γεννήθηκε στο Παρίσι το 1903 και το πραγματικό της όνομα ήταν Germaine Emilie Krebs. Αρχικά ήθελε να γίνει γλύπτρια αλλά δεν τα κατάφερε ποτέ. Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την πηλοποιία και την κατασκευή καπέλων, αλλάζοντας το όνομά της σε Alix Barton. Ξεκίνησε με τον σχεδιασμό των κοστουμιών για το έργο του Jean Giraudoux The Trojan War WillNot Take Place και γρήγορα έγινε μια κορυφαία σχεδιάστρια μόδας, οι πελάτες της οποίας περιλάμβαναν από δούκισσες μέχρι κινηματογραφικούς αστέρες (η Grace Kelly, η Greta Garbo και η Marlene Dietrichήταν μερικές από τις πιο διάσημες πελάτισσές της). Το 1942 επινόησε το όνομα Grès που ήταν ένας μερικός αναγραμματισμός του ονόματος του τότε συζύγου της Serge Czerefkov. Οι New York Times χαρακτήριζαν το atelierτης ως «το πιο κουλτουριάρικο μέρος στην Ευρώπη για να αγοράσεις ρούχα».
Παρόλο που ήταν Εβραία οι Γερμανοί της επέτρεψαν να λειτουργεί τον οίκο της με την προϋπόθεση να δημιουργεί τουαλέτες για τις γυναίκες των Γερμανών αξιωματούχων. Μετά την άρνησή της, έκλεισαν τον οίκο ο οποίος ξανάνοιξε μετά τον πόλεμο.
«Ήθελα να γίνω γλύπτρια. Για μένα, είναι το ίδιο πράγμα να δουλεύω το ύφασμα ή την πέτρα», δήλωσε κάποτε η Grès και είναι μια αλήθεια παγκοσμίως αναγνωρισμένη ότι ηGrès ήταν πράγματι μια πραγματική γλύπτρια του υφάσματος. Το αγαπημένο της ήταν το μεταξωτό jersey και για ένα και μόνο φόρεμα θα μπορούσε να χρειαστεί από 13 έως 21 μέτρα. Το ταλέντο της στις πτυχές θα μπορούσε να μειώσει τα 2,5 μέτρα υφάσματος σε μόλις 7 εκατοστά. Η γκάμα των ρούχων της έδειχνε ξεκάθαρα την τεχνική της δεξιοτεχνία. Συνεχόμενες λωρίδες υφάσματος θα ενσωματώνονταν στο μπροστινό αλλά και στο πίσω μέρος ενός φορέματος, δίδοντάς του την αίσθηση της κλασικής αρχαιότητας. Εισήγαγε, επίσης, την ιδέα των εγκοπών, δημιουργώντας μικρά «παράθυρα» στα ρούχα της που αποκάλυπταν την πλάτη ή τον ώμο. Οι γυναίκες που είχαν φορέσει κάποια από τα κομμάτια της δήλωναν ότι ένιωθαν απόλυτη σιγουριά μέσα σε αυτά, οπότε η κατασκευή δεν μπορούσε να είναι τίποτε άλλο παρά άψογη.
Ενώ η Grès έγινε γνωστή κυρίως για τα ριχτά αρχαιοελληνικού τύπου φορέματά της, έδειξε επίσης ταλέντο και στα λιγότερο επίσημα σχέδια. Έδειξε την ίδια προσοχή στη λεπτομέρεια και την άψογη προσαρμογή και στα καθημερινά ρούχα που σχεδίαζε.
Η Grès είχε μια εξαιρετικά μακρά σταδιοδρομία και εργάστηκε μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η οποία περιλάμβανε τεράστιες αλλαγές στη μόδα, η δουλειά της παρέμεινε σταθερή και διαχρονική. «Μόλις βρεθεί κάτι προσωπικό και μοναδικό στο χαρακτήρα κάποιου ανθρώπου, τότε αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθεί και να επιδιωχθεί χωρίς παύση», ανέφερε. Με την υπογραφή της παρουσιάστηκαν σειρές με μαντίλια και γραβάτες, επίσης σχεδίαζε κοσμήματα για τον Cartier. Το 1982 πούλησε τα δικαιώματα για τα αρώματα στους Beecham και επένδυσε τα χρήματα στον οίκο μόδας της. Τελικά αναγκάστηκε να πουλήσει τον οίκο της στον Γάλλο επιχειρηματία Bernard Tapie το 1984.
Τρία χρόνια αργότερα πουλήθηκε στον όμιλο εταιρειών του Jacques Esterel. Το 1987 ο οίκος χρεοκόπησε. Υφάσματα, τουαλέτες, πατρόν, αρχεία, όλα καταστράφηκαν. Η εταιρεία του Ιάπωνα επιχειρηματία Yagi Tsusho αγόρασε τον οίκο και η Grès με την κόρη της έφυγαν από το Παρίσι για να απομονωθούν. Πέθανε το 1993 σε έναν οίκο ευγηρίας πάμφτωχη αλλά ο θάνατός της ανακοινώθηκε το Δεκέμβριο του 1994.
Η δουλειά της παραμένει διαχρονική και κάποιες από τις τουαλέτες της μπορούμε να τις δούμε ακόμη και σήμερα στο κόκκινο χαλί. Είναι εύκολο να δούμε την «εξαιρετική αγνότητα και καθαρότητα» που θα προσπαθούσε να εντάξει η Grès στη δουλειά της.