Προσβάλλει όλες τις φυλές, εξίσου και τα δυο φύλα και η συχνότητα της στο γενικό πληθυσμό ανέρχεται στο 1%-2%.
Οι ηλικίες εμφάνισης της νόσου είναι συνήθως 10-30 ετών, έχουν αναφερθεί όμως και περιστατικά με λεύκη μετά τη γέννηση.
Οι θεωρίες περί κληρονομικότητας της λεύκης δεν έχουν επαληθευτεί, πιστεύεται όμως ότι μπορεί να κληρονομική, καθώς πάνω από το 1/3 των πασχόντων αναφέρουν λεύκη σε συγγενή πρώτου βαθμού.
Για την αυτοάνοση λεύκη ενοχοποιείται η αυτοάνοση καταστροφή των μελανοκυττάρων και στηρίζεται στη συνύπαρξή της με άλλα αυτοάνοσα νοσήματα όπως η θυρεοειδίτιδα Hashimoto, ο υπο και υπερθυρεοειδισμός, ο ινσουλινοεξαρτώμενος σακχαρώδης διαβήτης, η ρευματοειδής αρθρίτιδα και η γυροειδής αλωπεκία.
Σε ότι αφορά στην νευρογενή λεύκη, θεωρείται ότι ένας νευροχημικός παράγοντας, πιθανώς η επινεφρίνη, ευθύνεται για την καταστροφή των μελανοκυττάρων.
Η λεύκη ταξινομείται σε τμηματική που καταλαμβάνει ένα μέρος του σώματος όπως το πόδι ή το χέρι και σπανίως εξελίσσεται σε γενικευμένη μορφή.
Στη γενικευμένη λεύκη ο αποχρωματισμός είναι συνήθως συμμετρικός και παρουσιάζεται σε διάφορα μέρη του σώματος. Διακρίνεται περαιτέρω σε λεύκη των άκρων και σε λεύκη του προσώπου και των άκρων.
Χαρακτηριστικά
Οι δερματικές βλάβες της λεύκης εμφανίζονται ως κηλίδες 5mm έως και 5cm ή και μεγαλύτερες, χρώματος λευκού σαν γάλα.
Η νόσος εξελίσσεται είτε με αύξηση του μεγέθους των ήδη υπαρχουσών βλαβών είτε με την εμφάνιση νέων. Μπορεί επίσης να εμφανιστούν λευκές τρίχες, γκρίζα μαλλιά, γυροειδής αλωπεκία και σπίλοι με άλω.
Αντιμετώπιση
Η λεύκη είναι χρόνια νόσος η οποία τις περισσότερες φορές έχει βραδεία εξέλιξη. Υπάρχουν κάποιες θεραπευτικές επιλογές, καμία από αυτές όμως δεν προσφέρει ριζική ίαση.
Μία θεραπεία είναι η φωτοχημειοθεραπεία (PUVA) η οποία αποτελεί συνδυασμό ψωρολένιων που λαμβάνονται από το στόμα και έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία. Σε όλους τους ασθενείς συνιστάται η χρήση αντηλιακών με υψηλό δείκτη προστασίας και δίνονται συμβουλές για κάλυψη των βλαβών με ειδικές χρωστικές.
Ορισμένες μελέτες δείχνουν ικανοποιητικά αποτελέσματα με τη χορήγηση κορτικοστεροειδών.
Σε περιπτώσεις αποτυχίας των προηγούμενων θεραπευτικών επιλογών προτείνεται η χειρουργική αποκατάσταση με ομόλογα μοσχεύματα.