«Καμία Μόνη»
Μία λανθασμένη αντίληψη που φαίνεται να υπάρχει σχετικά με το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης και του βιασμού, είναι πως όσοι προβαίνουν στην πράξη αυτή δεν θα είχαν την δυνατότητα να συνευρεθούν ερωτικά με κάποιον άνθρωπο, ο/η οποία θα είχε συναινέσει σε αυτή την πράξη. Αυτή η πεποίθηση, οδηγεί σε εσφαλμένη κρίση των βιαστών βάσει της εξωτερικής εμφάνισης που φαντάζεται κανείς πως θα φέρουν.
Οι βιασμοί και οι σεξουαλικές παρενοχλήσεις δεν είναι πράξεις στις οποίες αποκλειστικά προβαίνουν άνθρωποι ρακένδυτοι, φτωχοί, μη εμφανίσιμοι.
Είναι άνθρωποι καθημερινοί, που περνούν όχι μόνο απαρατήρητοι, αλλά θα χαρακτηρίζονταν και “εμφανίσιμοι” με τη συντηρητική έννοια της λέξης.
Δυστυχώς το άρθρο αυτό δεν έχει σκοπό να προλάβει την πραγματικότητα, αλλά αφορμάται από την καθημερινότητα που κατά συντριπτική πλειοψηφία, βιώνει ο γυναικείος πληθυσμός. Υπολογίζεται ότι το 35% των γυναικών παγκοσμίως έχουν βιώσει σωματική και/ή σεξουαλική βία από τον σύντροφό ή σεξουαλική βία από κάποιο άγνωστο πρόσωπο, κάποια στιγμή στην ζωή τους. Ωστόσο, κάποιες εθνικές μελέτες δείχνουν ότι μέχρι 70% των γυναικών έχουν βιώσει σωματική και/ή σεξουαλική βία από τον σύντροφο τους κάποια στιγμή στην ζωή τους. Παρόλο που λίγα δεδομένα είναι διαθέσιμα – και οι τρόποι που μετριέται η ψυχολογική βία στις διάφορες χώρες και κουλτούρες διαφέρουν – τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν υψηλά ποσοστά βίας. Το 43% των γυναικών στα 28 Κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν βιώσει κάποια μορφή ψυχολογικής βίας από κάποιο σύντροφο κατά την διάρκεια της ζωής τους.
Πώς ορίζεται βάσει του Ποινικού Κώδικα ο βιασμός ως απουσία συναίνεσης και όχι ως απλή άσκηση βίας:
Όπως σωστά τόνισε η Διεθνής Αμνηστία κατά την εκπόνηση του σχεδίου νόμου για τον νέο Ποινικό Κώδικα, ο βιασμός πρέπει να ορίζεται με βάση την απουσία συναίνεσης και όχι τη βία, όπως υποχρεώνει η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης που επικύρωσε η Ελλάδα το 2018. Σύμφωνα πάντα με την Αναστασία Καραγιάννη: ‘‘Η απαίτηση αυτή προκύπτει από την αναγνώριση ότι το βασικό δικαίωμα που πλήττεται σε περίπτωση βιασμού είναι η σεξουαλική αυτονομία και η σωματική ακεραιότητα ενός ατόμου’’.
Εν αντιθέσει με τον νομικό ορισμό του βιασμού, που δίνεται έμφαση στην σωματική βία που ασκείται στο θύμα, ή στην αντίσταση που δέχεται ο θύτης από αυτό, όπως αυτός που περιλαμβάνεται στο νέο σχέδιο Ποινικού Κώδικα, σηματοδοτεί ότι μια σειρά εγκλημάτων βιασμού, στα οποία δεν φαίνεται η άσκηση ή η απειλή σωματικής βίας, ή η απόδειξη ή αδυναμία αντίστασης, ή δεν αποδεικνύεται εξαναγκασμός σε γενετήσια πράξη μετά από απειλή με παράνομη πράξη, δεν θα διώκονται ως ‘βιασμοί’ βάσει νομοθεσίας. Επιπροσθέτως, στον ορισμό αυτόν, δεν λαμβάνεται υπόψη η αδυναμία εκπροσώπησης του εαυτού ως θύμα, λόγω της άβολης και πρωτόγνωρης ψυχολογικής κατάστασης που έχει έρθει, αντιμετωπίζοντας την σεξουαλική παρενόχληση. Η αδυναμία αντίδρασης δυσχεραίνει την απόδειξη άσκησης βίας ως μέσο εξαναγκασμού για την τέλεση του βιασμού, και αυτό είναι ένα εφιαλτικό σενάριο.
Όπως είναι προφανές, υπάρχουν πολλά κενά στην υπάρχουσα νομοθεσία που ως βασικό της στόχο θα έπρεπε να έχει την αποτελεσματικότερη εκπροσώπηση και προστασία του θύματος. Αντιθέτως, δεν έχουν ληφθεί μέτρα ούτε για την ψυχολογική κατάσταση του θύματος, ούτε για την πιθανή περίπτωση που θα υπάρξει δυσκολία συγκέντρωσης επαρκών αποδεικτικών βάσει των ‘προδιαγραφών’ που έχουν οριστεί, για την καταγραφή της πράξης νομικά ως βιασμός.
Η θέση μας ως μέλη της κοινωνίας:
Η πράξη του βιασμού προσβάλλει το θεμελιώδες δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, της σωματικής και ψυχικής ακεραιότητας, της ελεύθερης βούλησης και της απαγόρευσης άσκησης οποιασδήποτε μορφής βίας επί άλλου ατόμου. Εν έτη 2022, είναι όλο και συχνότερο θέμα στις ειδήσεις. Η γνωστοποίηση και ενημέρωση όλων είναι αναγκαία όχι μόνο στο πλαίσιο της ενημέρωσης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, αλλά και στο σχολικό πλαίσιο. Η παιδεία γύρω από το ζήτημα των βιασμών και των σεξουαλικών παρενοχλήσεων, είναι κάτι που είναι μείζονος σημασίας να υφίσταται στην προσπάθεια σφυρηλάτησης μελλοντικών ενηλίκων με αμοιβαίο σεβασμό επί του συνανθρώπου, των αξιών γύρω από την αυτοδιάθεση και συναίνεση για σεξουαλική και οποιαδήποτε άλλη πράξη. Ακόμη, είναι ανάγκη να συζητιούνται από νωρίς τα θέματα αυτά στο σχολικό χώρο και στο οικογενειακό περιβάλλον με τον κατάλληλο τρόπο, ούτως ώστε τα άτομα να σιχαθούν τη θέση του θύτη της πράξης αυτής, αλλά και στην δυνητική περίπτωση που θα βρεθούν στην θέση του θύματος να είναι σε θέση να μιλήσουν ανοιχτά για αυτό, να μην αισθανθούν ούτε στιγμή ντροπή, να καταφύγουν στις αρμόδιες αρχές και να ζητήσουν την κατάλληλη βοήθεια. Αν δεν είναι ασφαλής μία από εμάς, τότε δεν είναι καμία.