«Καίει ο ήλιος τα μεσάνυχτα;»-Σασπένς, ανατροπές, πάθη, μισές αλήθειες, η Πολύμνια Κοσσόρα τα ομολογεί όλα!
Μετά την επιτυχημένη διαδρομή του πρώτου βιβλίου της «Ανοξείδωτη Μνήμη», η Πολύμνια Κοσσόρα επιστρέφει με το «Καίει ο ήλιος τα μεσάνυχτα;».
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που διεκδικεί επάξια μια θέση στην καρδιά του αναγνώστη, αλλά και στην βαλίτσα των διακοπών. Και αυτό γιατί διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία του συναρπαστικού αναγνώσματος: Σασπένς και ανατροπές, πάθη, μισές αλήθειες με κόστος μεγαλύτερο και από το πιο μεγάλο ψέμα, διαφορετικές κουλτούρες και δρόμους παράλληλους που γυρεύουν σημείο σύγκλισης. Ήρωες που συμμερίζεσαι και εικόνες- πλασμένες από λέξεις που ρέουν αβίαστα, από την Ελλάδα και την Νορβηγία που σε ταξιδεύουν. Στα παραπάνω, προσθέστε το μικρό μέγεθος του βιβλίου (κυκλοφορεί σε pocket size), το οποίο το καθιστά ιδιαίτερα ευκολοδιάβαστο. Πάμε να δούμε τι μας εκμυστηρεύεται για το βιβλίο της!
Συνέντευξη στην Τάνια Νικολοπούλου
Θυμάστε τη στιγμή εκείνη που ολοκληρώσατε τις πρώτες σελίδες του βιβλίου σας; Τι αισθανθήκατε τότε; Και τι όταν κρατήσατε για πρώτη φορά τυπωμένο το βιβλίο σας;
Όταν ολοκλήρωσα τα πρώτα δυο κεφάλαια του βιβλίου, ήξερα πλέον ότι είχα ξεκινήσει ένα θαυμάσιο, αλλά ζόρικο ταξίδι. Μια περιπέτεια γεμάτη συγκινήσεις και προκλήσεις. Δεν θα ξεμπέρδευα εύκολα! Αγάπησα από την αρχή τους ήρωές μου και συμμερίστηκα τα διλήμματα, τις δυσκολίες τους, αλλά και τις καλές τους στιγμές. Όταν πάλι κράτησα για πρώτη φορά τυπωμένο το βιβλίο στα χέρια μου, ένιωσα κάπως παράξενα. Ανάμικτα τα συναισθήματα. Χαρά και ανακούφιση. Ταυτόχρονα όμως και ένα “στερητικό” αίσθημα, μια ελαφριά θλίψη του αποχαιρετισμού. Είχε αρχίσει ο απογαλακτισμός. Το βιβλίο δεν θα ήταν πια αποκλειστικά δικό μου. Ήταν του αναγνώστη. Αυτού του άγνωστου που δεν γνώριζα πώς θα υποδεχτεί το έργο μου.
Οι δύο κεντρικοί χαρακτήρες του μυθιστορήματός σας- ο Ορέστης και η Άννελι είναι από δύο διαφορετικές χώρες, την Ελλάδα και το Όσλο. Η πορεία τους θα ήταν άλλη αν δεν υπήρχε το χάσμα ανάμεσα στις δύο κουλτούρες;
Σίγουρα θα μιλούσαμε για μια άλλη ιστορία, ένα άλλο βιβλίο. Η διαφορετική ματιά στα πράγματα που οφείλεται στις διαφορετικές κουλτούρες Βορρά – Νότου βρίσκεται στον πυρήνα της ιστορίας που ήθελα να αφηγηθώ και επηρέασε όλη την πλοκή του έργου. Πράξεις, αποφάσεις, διλήμματα, αντιδράσεις των κεντρικών χαρακτήρων της ιστορίας αντανακλούν αυτήν τη διαφορετική ματιά. Ωστόσο, η αγάπη, ο πόνος, η οδύνη, η ιερότητα του παιδιού είναι πάντα βαθιά ανθρώπινη, ανεξάρτητα από την κουλτούρα.
Πόσο έχει επηρεάσει κατά τη γνώμη σας η οικονομική κρίση τις ανθρώπινες σχέσεις μεταξύ ευρωπαίων του Βορρά και του Νότου;
Η οικονομική κρίση που χτύπησε κυρίως τις χώρες του Νότου πιστεύω ότι έχει επηρεάσει το πώς βλέπουν οι διαφορετικές κοινωνίες τον «άλλο». Έχει γεννήσει μεμψιμοιρία, γκρίνια, ηττοπάθεια από τη μια, αλλά και διάφορους μύθους και στρεβλώσεις από την άλλη. Είδαμε να γίνονται εντονότερες πολλές άδικες προκαταλήψεις που δυσχεραίνουν τη συνεννόηση και την αλληλεγγύη. Είναι μακρύς ο δρόμος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και αυτό αντανακλάται και στις κοινωνίες. Όταν όμως δυο άνθρωποι έρθουν κοντά και γνωριστούν, είτε μέσα από μια χαρά, είτε πάνω από ένα ποτήρι κρασί ή μέσα από την ερωτική έλξη, τότε πολλές από τις προκαταλήψεις διαλύονται.
Έχετε ταξιδέψει πολύ και εξακολουθείτε να το κάνετε. Υπάρχει κάποια χώρα ή συγκεκριμένη πόλη στην οποία θα μπορούσατε να μείνετε μόνιμα; Και αν ναι, τι σας κέρδισε σ’ αυτή;
Τα ταξίδια μού ανοίγουν κάθε φορά ένα διάπλατο παράθυρο στον κόσμο. Δεν μπήκα, ωστόσο, ποτέ στον πειρασμό να ζήσω μόνιμα στο εξωτερικό. Εδώ, στο Αττικό φως, είναι η ρίζα μου, οι περισσότεροι άνθρωποι μου, το φυσικό κλίμα που μου ταιριάζει. Εδώ επιστρέφω μετά από κάθε ταξίδι. Αγαπώ ιδιαίτερα κάποιες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, υπάρχει ωστόσο μια πόλη, το Λονδίνο, όπου θα μπορούσα να ζήσω αν όχι μόνιμα, πάντως για μεγάλα διαστήματα. Το Λονδίνο με κέρδισε από την πρώτη φορά που το γνώρισα, πριν από πολλά χρόνια. Σήμερα όμως έχω μια ιδιαίτερη σχέση μ’ αυτό: εκεί ζει μόνιμα η μισή μου οικογένεια με τέσσερα υπέροχα παιδάκια. Ακατανίκητος μαγνήτης!
Ποια είναι η αγαπημένη σας βόλτα στην Αθήνα;
Επειδή ζω εντελώς προαστιακά, μακριά από το κέντρο της πόλης και κοντά στη θάλασσα, μια βόλτα στην Αθήνα μοιάζει για μένα με σπάνια εκδρομή. Υπάρχουν αρκετές γωνιές όπου απολαμβάνω να περπατάω αργά, χαζεύοντας τα μαγαζιά, τον κόσμο, τα καφενεία και αυτές οι γειτονιές δεν ανήκουν στα κλασσικά αξιοθέατα της πόλης. Οι δρόμοι με τα κάθε λογής βιβλιοπωλεία μεταξύ Ομόνοιας, Πανεπιστημίου και Σόλωνος. Η γειτονιά πίσω από τους Αγίους Θεοδώρους και η Πραξιτέλους με τα μαγαζιά με τις πολύχρωμες κλωστές και τις χάντρες. Η Πλατεία Καρύτση και οι δρόμοι που κατηφορίζουν προς Μοναστηράκι. Γωνιές που παλιά ούτε στεκόμουν να τις παρατηρήσω μέσα στη βιασύνη των επαγγελματικών υποχρεώσεων.
Η μουσική είναι ένα από τα βασικά στοιχεία του βιβλίου σας. Υπάρχει, μάλιστα, μια playlist στο τέλος του με όλα τα τραγούδια που ακούν οι ήρωες όσο η πλοκή εκτυλισσόταν. Αν η δική σας ζωή γινόταν βιβλίο, ποια κομμάτια θα είχε οπωσδήποτε και γιατί;
Η λίστα της μουσικής της ζωής μου, αν ποτέ επιχειρούσα να την φτιάξω, θα ήταν από μόνη της ένα βιβλίο- ταξίδι, μια αναδρομή σε αρκετές δεκαετίες. Η μουσική με συγκινούσε από πολύ μικρό παιδί, αν και δεν έχω κανένα μουσικό ταλέντο. Διατηρώ έντονα μουσικά αποτυπώματα από τα ευαίσθητα χρόνια της εφηβείας μου, μιας εποχής μεγάλης μουσικής άνθισης. Πάντως για το soundtrack της ζωής μου θα ήταν πολύ δύσκολο να επιλέξω μεμονωμένα κομμάτια. Προτιμώ να αναφερθώ σε καλλιτέχνες και μουσικά είδη που έχουν «εγγραφεί» μέσα μου και μου δίνουν συγκινησιακά ερεθίσματα. Η δική μου playlist λοιπόν θα είχε υπέροχα γαλλικά και ιταλικά τραγούδια, Aznavour, Becaud, Dalida, Macias και Adamo. Θα είχε Ornella Vanoni, Sergio Endrigo και Celentanο. Οπωσδήποτε ροκ, Elvis, Beatles και Rolling Stones. Sinatra, Santana, Tom Jones και Aretha Franklin. Χωρίς αμφιβολία Eric Clapton και Leonard Cohen. Και από την άλλη ελληνικές μουσικές που έγραψαν και γράφουν ιστορία. Είδατε πόσο δύσκολο είναι να φτιαχτεί ένα τέτοιο προσωπικό soundtrack;
Στα άμεσα σχέδιά σας βρίσκεται ένα ακόμη βιβλίο;
Το τρίτο μου βιβλίο χτίζεται ήδη, βρίσκεται στα σκαριά. Έχει προηγηθεί αρκετή έρευνα και σχεδιασμός. Πρόκειται για μια πολύ απαιτητική πλοκή, που θα διατρέχει τέσσερεις γενιές ακουμπώντας πάνω σε μεγάλα θέματα, όπως η μαζική μετανάστευση στην Αμερική στις αρχές του 20ου αιώνα, η εσωτερική μετανάστευση από τα χωριά στην Αθήνα στις δεκαετίες ’50 & ’60, και οι μικρές, κλειστές κοινωνίες της ελληνικής επαρχίας. Και όλη αυτή η διαδρομή θα ξετυλίγεται σε μια ατμόσφαιρα νουάρ.