Εφιάλτης…
Εφιάλτης….
Γράφει η Σταυρούλα Ζάμπρα
Και σκέφτομαι τη ζωή μου μαζί σου. Πώς θα ήταν άραγε τα πρωινά; Σαν party καταραμένων ποιητών. Σαν τον χειμώνα να έρχεται κατά πάνω μου συνεχώς. Σαν το νερό να μπαίνει από τις χαραμάδες, την καμινάδα, τους τοίχους. Η υγρασία να μεγαλώνει τις κηλίδες. Σαν σκιές νεκρών ονείρων που πέφτουν πάνω μου και τρώνε τα σωθικά μου. Μούχλα, θα μυρίζει μούχλα παντού. Αυτή η μυρωδιά θα με ζαλίζει. Θα ψάχνω να βρω απεγνωσμένα έναν καθρέφτη. Ποια είμαι; Πώς είμαι; Δεν θα με αναγνωρίζω. Τα μαλλιά μου θα ασπρίσουν σε μια μέρα. Ο χρόνος θα κυλάει αντίστροφα. Θα μικραίνω. Θα χάνω πόντους και θα φτάνω στο πάτωμα. Εκεί θα με συναντάς με τρόμο, όταν γυρίζεις σπίτι από τον κοσμικό σου μικρόκοσμο. Τα χέρια σου θα τρέμουν. Θα με αγγίζεις. Το δέρμα μου απαλό γεμάτο κόκκινες κηλίδες. Κεντρί σκορπιού θα με δαγκώνει. Θα ειναι τόσο μικρό που εσύ δεν θα μπορεις να το εντοπίσεις. Εγώ όμως θα πονάω. Θα πονάω βαθιά. Θα ρουφάω τη μιλιά μου για να μην τσιρίξω και σε τρομάξω. Θα φέρνω τα πόδια μου στο στήθος μου και θα κλαίω βουβά. Θα προσπαθώ να συγκεντρωθώ στην αναπνοή μου. Θα αναρωτιέμαι αν πέθανα. Όχι-όχι αναπνέω, θα λέω. Και εσύ εκεί, δίπλα μου. Η άγνωστη μορφή που θα καθησυχάζει την ύπαρξη του δαίμονά μου. Κι όμως σ΄αγαπάω ακόμα, θα σου γράφω σε ένα χαρτάκι. Θα το αφήνω στην κουζίνα στο ψυγείο. Ποτέ όμως δεν θα το βρίσκεις. Θα το μπερδεύεις με τον λογαριασμό της ΔΕΗ. Θα χάνομαι στο όνειρο που μόνη δημιούργησα. Θα σε μισώ κάθε μέρα όλο και πιο πολύ. Θα σιχαίνομαι τα συστατικά αγγέλου με τα οποία είσαι φτιαγμένος, την ομορφιά των ματιών σου που θα αντικρίζω κάθε μέρα. Πώς να σε αποχωριστώ; Πώς να ζήσω μακριά σου και πώς να αναπνεύσω κοντά σου; Θα ασφυκτιώ. Σαν τυφλή σε ανηφόρα βουνού και γύρω- γύρω γκρεμοί. Και εσύ εκεί, να μου χαμογελάς έτσι χωρίς λόγο. Από συνήθεια. Από ωραιοπάθεια. Πώς τολμάς, πες μου, θα ουρλιάζω μέσα μου. Βρες έναν λόγο επιτέλους. Δικαιολόγησε την ύπαρξη σου δίπλα μου. Μίλα. Ακούς; Μίλα. Θα σκορπάς στο τραπέζι την αλφαβήτα και θα αυτοσχεδιάζεις με τα γράμματα τις πιο όμορφες προτάσεις. Θα μου τις αραδιάζεις στο κεφάλι, στα πόδια, στην κοιλιά. Θα γεμίζω κατάγματα παντού. Θα αιμορραγώ εσωτερικά. Θα αργοπεθαίνω κι εσύ ακόμα εκεί, θα στέκεις να μου χαμογελάς χωρίς λόγο. Πες κάτι επιτέλους, καθησύχασε την ψυχή μου, θα ουρλιάζω ακόμα μέσα μου. Ξέρεις. Μόνο εσύ ξέρεις. Και ίσως τελικά το κάνεις όχι συνειδητά. Τυχαία. Και εγώ δεν θα αναλύω τα λόγια σου. Θα εθελοτυφλώ. Έτσι για να έχω λόγο ύπαρξης. Για να έχω κάτι να σε ευγνωμονώ… Αυτόν τον εφιάλτη βλέπω κάθε βράδυ, αγάπη μου. Νιώθω απόγνωση. Μοιάζει με φυλακή. Το σχέδιο απόδρασής μου αποτυγχάνει συνεχώς….