Back to reality!
Γράφει η Σταυρούλα Ζάμπρα
Έβρεχε και ήταν σαν η πιο κρύα νύχτα του χειμώνα. Μαύρα σύννεφα στον ουρανό που θαρρείς πως κατάπιαν το φεγγάρι και τα άστρα. Ερημιά τριγύρω. Μόνο που και που φαινόταν κανένα φωτάκι σε κάποιο από τα πέρα μακρινά σπίτια. Η πριγκίπισσα βγήκε από το κάστρο και ανέβηκε γρήγορα-γρήγορα στην άμαξα. Αγαπούσε τις βόλτες το χειμώνα. Ο ήχος από τα ποδοβολητά των αλόγων, η βροχή, η ερημιά τριγύρω γέμιζαν την ψυχή της. Κοιτούσε ψηλά στον ουρανό και άνοιγαν οι ουρανοί, έκανε ευχές και γέμιζαν τα μαλλιά της άστρα. Φώναζε και ο αντίλαλος γύρναγε μελωδίες. Τα άλογα σταμάτησαν απότομα. Ένας άντρας ξαπλωμένος στα χώματα. Βρώμικος και ελαφρώς χτυπημένος. Ανάσαινε βαθιά… Θαρρείς πως άφηνε την τελευταία του πνοή. Η πριγκίπισσα κατέβηκε από την άμαξα. «Τι ομορφιά!» ψιθύρισε καθώς τον κοιτούσε. Έβαλε το χέρι της στην καρδιά του και αμέσως οι χτύποι αυξήθηκαν. Χάιδεψε το μάγουλό του και άνοιξε τα μάτια του. «Τι ομορφιά!» ψιθύρισε πάλι. Τον πήρε μαζί της στο παλάτι. Τού χάρισε το κρεβάτι της, τα αντικείμενα που κρατούσαν εκείνη ζωντανή. Τού χάρισε και το μαγικό ραβδάκι. Ό,τι πολυτιμότερο είχε. Εκείνο που εκπλήρωνε τόσα και τόσα χρόνια τις επιθυμίες της. Εκείνες των άλλων ανθρώπων. Εκείνα ζητούσε και η καλή πριγκίπισσα. Να βλέπει χαμόγελα, παιδικά ευτυχισμένα βλέμματα. Έδινε κλωτσιές στα ρολόγια των ανθρώπων. Και ξανά τικ-τακ οι μελωδίες της καρδιάς. Και εκείνη χόρευε από ευτυχία. Πέρασαν τα χρόνια… Ο νέος πρίγκιπας βρίσκεται στο παλάτι του. Κρατάει το ραβδάκι και εκπληρώνει αχόρταγα τα θέλω του. Ο κόσμος έξω δυστυχεί. Κοιτάζει τον ουρανό και όλο και πιο πολύ σκοτεινιάζει. Ο ήλιος πέθανε.
Μια κοπέλα μαζεύει ευλαβικά τις στάχτες γράφοντας με αυτές γράμμα στο Θεό:«Αγαπημένε μου Θεέ, δεν ήξερα πως ήταν λάθος να του δώσω τόσο γρήγορα την αγάπη μου και την εμπιστοσύνη μου. Συγχώρεσέ με…»
Και ο Θεός απάντησε: «Τώρα ξέρεις να αγαπάς… Συνέχισε…»
Τα φώτα στο παλάτι έκλεισαν. Κ