Αποφεύγοντας τους ανθρώπους…Βρίσκουμε Ασφάλεια;
Είναι νέα. Ευπαρουσίαστη. Έχει ταλέντα. Υπήρξε «το καλό παιδί». Της έλεγαν μπράβο, γιατί έπαιρνε τους καλύτερους βαθμούς και δεν ξέφευγε από την «ετικέτα». Αλίμονο! έτσι έπρεπε, εξάλλου! Αυτό της εμφύσησαν στο σπίτι.
Σήμερα, 35 ετών, φοβάται τους άλλους. Τρέμει την κοινωνική επαφή. Αποφεύγει. Τι αποφεύγει όμως, στην ουσία; ποιος την πλήγωσε; τι της συμβαίνει;
Αποφεύγει την απόρριψη, την επίκριση, το τυχόν «λάθος» που θα της χρεώσουν. Κι αν σε μια συζήτηση φανεί πως δεν έχει απάντηση σ’ ένα ιστορικό ζήτημα; μήπως την πουν ανιστόρητη;
Προτιμά τη ζεστασιά και τη σιγουριά του σπιτιού της. Έτσι νιώθει πως θα προστατευτεί από την απογοήτευση, τη ματαίωση που επέρχεται μετά το συναίσθημα της απόρριψης από τους άλλους.
Νιώθει πως δεν είναι ποτέ «αρκετά επαρκής». Κλείνεται στον εαυτό της και μπαίνει σ’ έναν φαύλο κύκλο απομόνωσης, αυτοαπόρριψης, χαμηλής αυτοεκτίμησης κι αυτοπεποίθησης. Είναι φανερό. Αισθάνεται τόσο μόνη, αλλά αδυνατεί να κάνει κάτι γι αυτό, αφού νιώθει άβολα όποτε έρχεται σε επαφή με νέες γνωριμίες ή ακόμα και με παλιούς γνωστούς. Ντρέπεται. Είναι πολύ πιθανό να μην τη θέλουν στην παρέα τους, γιατί έχει πολλές…ατέλειες!
Προτιμά να εργάζεται σ’ ένα γραφείο μοναχικά, να μη συναντά κόσμο. Απαντά θετικά σε μια πρόσκληση για καφέ, αποκλειστικά και μόνο από την παλιά κολλητή φίλη που ξέρει πόσο την αγαπά, την αποδέχεται, τη θαυμάζει, την εκθειάζει για τα ταλέντα της. Έτσι είναι «ασφαλής». Όμως…κοιτάζεται στον καθρέπτη πριν βγει. Και πάλι κάτι δεν της αρέσει, κάτι πρέπει να αλλάξει στην εμφάνισή της. Δεν είναι αρκετά κομψή στα ίδια της τα μάτια. Μπορεί να την κριτικάρουν, όπως θα περπατά στο δρόμο. Το ξανασκέφτεται. Να βγω; είναι σίγουρο ότι η κολλητή μου δεν έχει προσκαλέσει στον καφέ μας και κάποιο άλλο πρόσωπο που δεν γνωρίζω;
Η εξαδέλφη της πρότεινε να ξεκινήσουν μαζί μαθήματα χορού, αφού ξέρει, της αρέσει πολύ ο χορός… -Αποκλείεται, αποκρίθηκε. Εσύ μπορεί να τα καταφέρεις. Εγώ είναι πιθανό να γίνω ρεζίλι! Δεν με παίρνουν τα πόδια μου. Θα γελοιοποιηθώ! Δεν τολμά ούτε να προσπαθήσει αυτό που τόσο της αρέσει στην ιδέα ότι μπορεί να εστιάσουν κάποιοι στη δυσκολία της ν΄ανταποκριθεί.
Ο προϊστάμενος της είπε αρκετές φορές «μπράβο, εξαιρετική δουλειά». Εκείνη, όμως, θυμάται κυρίως ότι την 1η του μηνός ο προϊστάμενος της είπε πως πρέπει να προσπαθήσει περισσότερο στην προετοιμασία των παρουσιάσεων, όταν πρόκειται για μεγάλα meetings της εταιρίας. Αυτήν την παρατήρηση κράτησε, κυρίως. Και φυσικά αυτή η παρατήρηση την πληγώνει ξανά και ξανά, όποτε τη σκέπτεται. Καθημερινά, δηλαδή.
Δεν ξέρει αν αγαπά στ’ αλήθεια τον εαυτό της. Σε κάθε περίπτωση, το αισθάνεται. Δεν τον συμπαθεί και πολύ. Ψάχνει πάντα το δικό της λάθος, γιατί σίγουρα κάνει κάποιο λάθος και πρέπει να το διορθώσει για να έχει «το δικαίωμα» να είναι κοινωνική κι αποδεκτή. Δεν μπορεί να εμπιστευθεί πολλούς ανθρώπους, αφού «σίγουρα» θα πουν κάτι αρνητικό για εκείνην όταν δεν θα είναι μπροστά.
Έμαθε να αγαπιέται μ’ ένα «μπράβο», εφόσον ήταν «καλό παιδί», αρεστό, υπάκουο, σωστό, μάλλον τέλειο. Πιθανά υπέστη ένα είδος εκφοβισμού (bullying) από τους συμμαθητές της σ’ εκείνα τα ευαίσθητα χρόνια του δημοτικού που ναι, ήταν στρουμπουλό παιδάκι με γυαλιά. Οι γονείς της δεν θεώρησαν πως είναι σοβαρό, μάλιστα της επέστησαν την προσοχή λέγοντας πως μπορεί να ξεφύγει από την κριτική των συνομηλίκων της αν τρώει λιγότερο κι αδυνατίσει, ώστε να είναι και σε αυτό τέλεια.
Δεν είναι απλά μοναχική. Ούτε απλά ντροπαλή.
Διεγνώσθη με αποφευκτική διαταραχή της προσωπικότητας, μια διαταραχή που προσομοιάζει με την κοινωνική φοβία και είναι αρκετά συχνή.
Δεν θέλει να είναι μόνη. Δεν επιλέγει συνειδητά την ντροπή και το φόβο που αισθάνεται. Χρειάζεται στοργή. Χρειάζεται αποδοχή δίχως όρους. Μια αγκαλιά αγάπης που δεν έχει να κάνει με το αν είναι «αρκετά καλή ή επιτυχημένη. Έχει ανάγκη να αισθανθεί εμπιστοσύνη. Πως δεν υπάρχει λόγος να γίνει αντικείμενο κριτικής, γιατί δεν έχει υποχρέωση ούτε καθήκον να αποδείξει κάποια τελειότητα.
Είμαστε Άνθρωποι. Δικαιούμαστε και μπορούμε να προσφέρουμε απλόχερα και να λαμβάνουμε απλόχερα Αγάπη. Δίχως όρους κι όρια. Δίχως κάποια απόδειξη για οποιαδήποτε «τελειότητα».
photo credits unsplash kat J