Αγαπημένε μου άστεγε….
Τι υπέροχος καιρός σήμερα! Δεν μπορώ να αποφασίσω: να φτιάξω τσάι ή να κρεμαστώ;
Άντον Τσέχωφ, 1860-1904, Ρώσος συγγραφέας
Γράφει η Σταυρούλα Ζάμπρα
Αγαπημένε μου άστεγε….
Με τρομάξατε σήμερα έτσι άξαφνα που παρουσιαστήκατε μπροστά μου. Στην πιο κρυφή γωνιά της Αθήνας. Έπειτα από ένα ξέφρενο γλέντι η εικόνα σας δεν ήταν το τέλειο επιδόρπιο για μένα. Με ταράξατε… Και πόσο σας λυπήθηκα έτσι κουλουριασμένο που σας έβλεπα στη γωνία. Ήταν 5 το πρωί. Άρχιζαν να μυρίζουν οι φούρνοι στο κέντρο της Αθήνας. Σκέφτηκα να σας αγοράσω ένα κουλούρι. Πόσο καιρό θα είχατε άραγε να φάτε ένα ζεστό, φρέσκο κουλούρι; Ίσως για εσάς αυτό να ήταν το τέλειο επιδόρπιο. Αγόρασα το κουλούρι και σας πλησίασα.
Αγαπημένε μου άστεγε, βρωμούσατε πολύ. Δεν άντεξα. Απομακρύνθηκα αμέσως. Ακούσατε τον θόρυβο και ανοίξατε τα μάτια σας. Με κοιτάξατε για μια στιγμή και τα ξανακλείσατε. Απόρησα που δεν με ρωτήσατε τι έκανα πάνω από το κεφάλι σας. Άρχισε ξαφνικά να βρέχει. Δεν ήξερα τι να κάνω. Δεν μπορούσα να σας αφήσω έτσι. “Κύριε ξυπνήστε, βρέχει….” σας φώναζα. Δεν μου δώσατε καμία σημασία. Άφησα το κουλούρι δίπλα σας. Περίμενα λίγα λεπτά να με ευχαριστήσετε. Τίποτα. Μόνο κάτι περιστέρια γιόρτασαν γύρω σας εκείνη τη νύχτα. “Κύριε, τα περιστέρια τρώνε το κουλούρι σας”, σας φώναξα ξανά. Τίποτα. Έφυγα σαν από τεράστια μοναξιά….
Αγαπημένε μου άστεγε…
Σήμερα θυμήθηκα πάλι εκείνη τη νύχτα που σας συνάντησα τυχαία. Πνίγομαι πάλι από προσδοκία. Αυτό είναι η κατάρα των ανθρώπων της στέγης. Κάθε στέγη κύριε έχει από κάτω και αχόρταγα κεφάλια. Εκείνη τη νύχτα που σας συνάντησα, ΕΓΩ ήμουν η άστεγη!!! Προσδοκούσα τις ευχαριστίες σας. Εσείς αγαπημένε μου άστεγε έχετε απαλλαχθεί από την κατάρα της Πανδώρας…..
Επιμέλεια κειμένου:Κατερίνα Ζαχαράκη