Γιάννης Μπεχράκης: «Η Αποστολή Μου Είναι Να Διασφαλίσω Ότι Κανείς Δε Θα Μπορεί Να Πει: “Δεν ήξερα”.»
Γιάννης Μπεχράκης, ένας από τους πιο διακεκριμένους και αγαπητούς φωτογράφους του πρακτορείου Reuters, πέθανε σε ηλικία 58 ετών μετά από μια σκληρή μάχη με τον καρκίνο.
Υπηρέτησε τις ειδήσεις για σχεδόν 30 χρόνια και κάλυψε πολλά από τα πιο θορυβώδη γεγονότα ανά τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων των συγκρούσεων στο Αφγανιστάν και την Τσετσενία, έναν τεράστιο σεισμό στο Κασμίρ και την αιγυπτιακή εξέγερση του 2011.
Για την ιστορία, να αναφέρουμε ότι είχε κερδίσει τον σεβασμό και των ομότιμων αλλά και των αντιπάλων του για τις ικανότητες και το θάρρος που είχε επιδείξει. Επίσης, η ομάδα του κατάφερε να κερδίσει το βραβείο Pulitzer το 2016 για την κάλυψη της κρίσης στο προσφυγικό ζήτημα.
Όσοι συνεργάστηκαν μαζί του στα πεδία της μάχης δήλωσαν ότι το Reuters, δυστυχώς, έχασε έναν ταλαντούχο και αφοσιωμένο δημοσιογράφο.
«Η αποστολή μου είναι να σας πω την ιστορία και στη συνέχεια να αποφασίσετε τι θέλετε να κάνετε», δήλωσε σε ένα panelσ υζητώντας για το βραβείο Pulitzer σχετικά με την ευρωπαϊκή μεταναστευτική κρίση.
«Η αποστολή μου είναι να διασφαλίσω ότι κανείς δε θα μπορεί να πει: “Δεν ήξερα”.»
Ο Μπεχράκης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960. Ήρθε τυχαία σε επαφή με ένα φωτογραφικό βιβλίο ως νεαρός άνδρας τότε, το οποίο τον ώθησε να ξεκινήσει μαθήματα φωτογραφίας. Η σχέση αγάπης με τον συγκεκριμένο χώρο είχε μόλις αρχίσει.
Ήταν μια ταινία του 1983, το “Under Fire”, σχετικά με μια ομάδα δημοσιογράφων που εργάστηκαν στη Νικαράγουα στις ημέρες που οδήγησαν στην επανάσταση του 1979, που τον ενέπνευσαν να ασχοληθεί με τη δημοσιογραφία.
Ξεκίνησε το 1987 στο Reuters της Αθήνας ως ελεύθερος επαγγελματίας και τον Ιανουάριο του 1989 εστάλη στην πρώτη του εκτός Ελλάδος αποστολή στη Λιβύη του Muammar Gaddafi. Πολύ γρήγορα επέδειξε ένα ιδιαίτερο ταλέντο να βρίσκεται στο σωστό μέρος τη σωστή στιγμή. Όταν ο Καντάφι επισκέφθηκε ένα ξενοδοχείο που ήταν κατακλυσμένο από δημοσιογράφους για αρκετές ημέρες, ένα συνονθύλευμα από reportersσυγκεντρώθηκε γύρω από τον ηγέτη της Λιβύης για να εξασφαλίσει φωτογραφίες και δηλώσεις.
Για τις επόμενες τρεις δεκαετίες, ο Μπεχράκης βρισκόταν τακτικά στο δρόμο και κάλυπτε τη βία και τις αναταραχές στην Ευρώπη, τη Ρωσία, τη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ασία.
Το 2000, ενώ κάλυπτε τον εμφύλιο πόλεμο στη Σιέρα Λεόνε, ο Μπεχράκης ταξίδευε σε ένα convoy με τους συναδέλφους του από το Reuters Kurt Schork και Mark Chisholm και τον εικονολήπτη Miguel Gil Moreno, όταν δέχτηκε ένοπλη εισβολή από ενόπλους που θεωρούνταν αντάρτες. Ο Schork, ένας από τους πιο στενούς φίλους του Μπεχράκη, χτυπήθηκε και πέθανε αμέσως και ο Moreno σκοτώθηκε επίσης. Ο Μπεχράκης και ο Chisholm διέφυγαν.
Και οι δύο επέζησαν από την επίθεση σερνόμενοι στο κάτω μέρος, δίπλα στο δρόμο και κρύφτηκαν στη ζούγκλα για ώρες μέχρι να εξαφανιστούν οι σκοπευτές. Ο Μπεχράκης φωτογράφησε τον εαυτό του λίγο μετά από αυτή τη δοκιμασία. Η εικόνα τον δείχνει να κοιτάζει τον ουρανό με μάτια ζαλισμένα.
Τα τελευταία χρόνια, ο Μπεχράκης πέρασε περισσότερο χρόνο στην πατρίδα του την Ελλάδα, όπου κατέγραφε τον αντίκτυπο της οικονομικής κρίσης στη χώρα και την εισροή εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων που εισέρχονταν στην Ευρώπη. Το 2015, ο ίδιος και μια ομάδα φωτογράφων και εικονοληπτών εργάστηκαν για μήνες προκειμένου να καλύψουν τους χιλιάδες που έφυγαν από τους πολέμους στη Συρία και το Αφγανιστάν αλλά και πέραν αυτών.
Είχε μια σύζυγο, την Ελισάβετ, και δύο παιδιά, τη Ρεβέκκα και τον Δημήτρη.
Ένα πεινασμένο παιδί της Σομαλίας πίνει νερό κοντά σε ένα προσφυγικό στρατόπεδο στο Baidoa.
Ένας εθελοντής εργάτης της Σομαλίας μεταφέρει ένα νεκρό παιδί για ταφή σε στρατόπεδο προσφύγων Baidoa
Μια ομάδα αστυνομικών παραδίδεται στις φλόγες μετά από βόμβες πετρελαίου που έριξαν διαδηλωτές στην πλατεία Συντάγματος της Αθήνας κατά τη διάρκεια μιας 24ωρης διαδήλωσης