Θάνος Αλεξανδρής: «Του Οσίου Αλμοδοβάρ Ανήμερα»
Πορτρέτα ανθρώπων των γραμμάτων, των τεχνών, της τηλεόρασης και του περιθωρίου συνυπάρχουν σε αυτές εδώ τις σελίδες, οι οποίοι μας διηγούνται τις εξαίσιες αλλά και ανατρεπτικές τους ιστορίες. Αβανγκάρντ χώροι, καλλιτεχνικά στέκια, ετερόκλιτοι ήρωες και τα πρώτα ντεκαντάνς ντραγκ σόου της Αθήνας περασμένων δεκαετιών αναδεικνύουν μια Ελλάδα που αλλάζει, που μεταλλάσσεται συνεχώς στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, ενώ φίλοι και διανοούμενοι αναζητούν απεγνωσμένα τα χρόνια εκείνα της χαράς, της μέθεξης, του έρωτα και των εκρηκτικών συναισθημάτων.
Αυτοσχέδια επιθεωρησιακά νούμερα από ραδιοφωνικές εκπομπές, αναμνήσεις φίλων συναγωνιστών που έζησαν συγκλονιστικά χρόνια ευτυχίας στα σκυλάδικα της παραμεθορίου και, γενικά, ό,τι περίσσεψε απ’ το ηρωικό έπος τού Αυτή η νύχτα μένει. Ένα μεγάλο μέρος του βιβλίου περιλαμβάνει κείμενα δημοσιευμένα πριν από δεκαπέντε χρόνια, στην Athens Voice, το Penthouse και πρόσφατα στο ΑΛΜΑΝΑΚ της Lifo, στα οποία περιγράφονται, με τολμηρό και καυστικό χιούμορ, οι συνήθειες, τα πάθη και τα ήθη των τηλεοπτικών μας αστεριών, που –δόξα τω Θεώ– υπάρχουν και αναφύονται σαν τα γιούκα διαρκώς. Φυσικά, υπάρχουν και καινούργια κείμενα που αναφέρονται στη βασιλεία των μαγείρων, των ηλεκτρολόγων, του Ντάνου και όλων των υδραυλικών που, ξαφνικά, σαν τη Γαλλική Επανάσταση, ξεχύθηκαν στο τηλεοπτικό πεδίο να αρπάξουν αυτό που δικαιωματικά τούς ανήκει.
Το βιβλίο συνοδεύεται από δεκάδες φωτογραφίες των πραγματικών ηρώων που συνάντησε ο συγγραφέας.
Μας συστήνει το σύμπαν αυτό, το σχεδόν αλμοδοβαρικό, που είναι ένα παλίμψηστο της καψούρας, των άνομων πράξεων, του γλεντιού, του πάθους και της νύχτας – ένας δηλαδή ύμνος στη ζωή.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ:
Γεννήθηκα στη Νέα Αρτάκη, σε ένα χωριό έξω από τη Χαλκίδα, και το μόνο που θυμάμαι από τα παιδικά και τα εφηβικά μου χρόνια είναι ότι δεν απόκτησα ούτε έναν φίλο. Μέχρι να περάσω στο πανεπιστήμιο, δεν βγήκα ποτέ έξω από την αυλή του σπιτιού μου για κοινωνικές συναναστροφές, αφού όλη μου τη ζωή ήμουν στα ιερατεία με διακαή πόθο, ως ιεραπόστολος ή και ως αρχιμανδρίτης, να αναζητήσω τη σωτηρία μου. Η Νομική έγινε το άλλοθι για να ξεφύγω, αλλά, όταν ανακοίνωσα τα καλλιτεχνικά μου όνειρα, ακολούθησαν ομηρικοί καβγάδες. Όμως τα κατάφερα, γιατί, όπως είπε και ο Κοέλιο, «όταν θέλεις κάτι πολύ, όλο το σύμπαν συνωμοτεί» – επιτέλους λέω κι εγώ αυτή την ατάκα, γιατί τόσο καιρό την άκουγα από τα μοντέλα και τον Στράτο Τζώρτζογλου και έσκαγα από τη ζήλεια μου, γιατί δεν έβρισκα πρόταση να τη στριμώξω. Ακολουθούν Θέατρο Τέχνης, Γιώργος Μαρίνος, Αισχύλος, πρωταγωνιστικός ρόλος στους «Νεκρικούς Διαλόγους» του Λουκιανού στον Λυκαβηττό, όμως μια θεϊκή συγκυρία με οδηγεί στον μαγικό κόσμο των σκυλάδικων, αλλάζοντας ουσιαστικά όλη μου τη ζωή.
Έζησα τη νύχτα στην παραμεθόριο, χωρίς ενοχές και αποστασιοποιημένος από πανεπιστημιακές περγαμηνές, ένιωσα πως ένας θεός με επέλεξε να ανοίξω μόνος μου τις πύλες της Κολάσεως και να γευτώ με πάθος το όνειρο. Ακολουθεί μακρόχρονη συνεργασία με τη λατρεμένη παιδική μου φίλη Μαλβίνα στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο και σε περιοδικά, και μια εξαιρετική συμμετοχή σε εκπομπές της Σεμίνας, από τα πιο γενναιόδωρα πλάσματα.
Μόνιμη στήλη στο Penthouse και στην Athens Voice και πολύ υπερήφανος για τις εκπομπές «TrashTV» και «Καρακορτάδα», παρέα με τον Θανάση Αναγνωστόπουλο, τις οποίες σημαντικοί άνθρωποι αποθέωσαν, όχι όμως το ίδιο το κανάλι, που τις θεώρησε το όνειδος του σταθμού. Το βιβλίο μου Αυτή η νύχτα μένει, που έγινε ταινία από τον Νίκο Παναγιωτόπουλο και θεατρική παράσταση από την Κίρκη Καραλή, δεν έχει γίνει ακόμη χορόδραμα από τον Δημήτρη Παπαϊωάννου, ενώ το δεύτερο βιβλίο μου Η Μπαρή Σεβντάβα (περιγράφει τη ζωή του Μανώλη Αγγελόπουλου) είχε δικαστικές περιπέτειες. Αν ξαναγεννιόμουνα, θα ήθελα να αρχίσω από τη νύχτα. Να ξαναζήσω πάλι αυτό το ξέφρενο πανηγύρι της χαράς και των αισθήσεων. Γλέντησα, αποθεώθηκα, τρελάθηκα στην κυριολεξία και πέρασα μαγικά, ακυρώνοντας στην ουσία την ατάκα του Χορν στην «Οδό Ονείρων»: «Κανείς δεν ζει αληθινά αυτό που θα ’θελε να ζήσει».