10+1 βιβλία που ξεχωρίσαμε τον Οκτώβριο και σίγουρα δεν θέλεις να χάσεις!
Ο μήνας που τελείωσε είχε μια πλειάδα από νέες κυκλοφορίες. Βιογραφίες και μυθιστορήματα, ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας, γέμισαν τις μέρες του Οκτωβρίου προσφέροντας ατελείωτες επιλογές. Η ομάδα του By the Book επέλεξε μια σειρά από βιβλία και σας τα προτείνει για χουχουλιάρικα απογεύματα και βράδια, για να χαλαρώσετε μετά πό μια εξαντλητική μέρα. Ό,τι κι αν επιλέξετε είμαστε σίγουροι πως θα το απολαύσετε και θα ταξιδέψετε σε κόσμος φανταστικούς μέσα από τις σελίδες των βιβλίων.
Υπάρχουν κανόνες για την επιβίωση:
Πάντα να συμφωνείς μαζί του.
Ποτέ να μη σταματάς να χαμογελάς.
Μην αναφέρεις κάποιον για τον οποίο νοιάζεσαι ― κανέναν― γιατί ίσως γίνει το επόμενο θύμα του.
Σύντομα, όμως, θα μπορέσω να ξεχάσω αυτούς τους κανόνες.
Σύντομα θα πάρω τη ζωή μου πίσω.
Θα είμαι ελεύθερη.
Ο Ασούφ, ένας Βεδουίνος βοσκός που ζει απομονωμένος στα βάθη της ερήμου, είναι δεμένος με τα πλάσματά της και σέβεται την ευαίσθητη ισορροπία μεταξύ ανθρώπου και φύσης μέσα σε κείνο το σκληρό περιβάλλον. Μόνο αυτός συντονίζεται με τα αινίγματα του τόπου, και γι’ αυτό ακριβώς έχει οριστεί φύλακας των αρχαίων βραχογραφιών μιας κοιλάδας. Μόνο αυτός, επίσης, γνωρίζει τους δρόμους του θρυλικού αγρινού, ενός αγριοκάτσικου του βουνού που φημίζεται για το νόστιμο κρέας του. Ο Ασούφ αποφεύγει κάθε επαφή με τους συνανθρώπους του, όχι όμως και με τα περαστικά καραβάνια. Ο ίδιος και το αγρινό, που το θεωρεί ζώο ιερό, απειλούνται από τον ερχομό δύο κυνηγών. Οι συγκεκριμένοι άνδρες έχουν ήδη σφάξει κάμποσες γαζέλες και πλέον θέλουν να γευτούν κρέας αγρινού. Απαιτούν έτσι από τον Ασούφ να τους δείξει το μέρος όπου συνήθως κρύβεται το εντυπωσιακό, άπιαστο ζώο με τα στριφογυριστά κέρατα. Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στη νότια Λιβύη και διαπλέκει την παραδοσιακή πραγματικότητα της ερήμου με τον σαγηνευτικό μυστικισμό της. Ο ποιητικός Ιμπραχίμ αλ Κούνι, υπαρξιακός και οικολογικός εξίσου, αγγίζει την καρδιά του ανθρώπου που αντιστέκεται.
Μπαμπάκα, Για χρόνια, η αγάπη σου για μένα κι η αγάπη μου για σένα μιλούσαν άλλη γλώσσα. Κανείς μας δεν έφταιγε γι’ αυτό: η ζωή είχε μπει ανάμεσά μας. Έπρεπε να μεγαλώσω για να δω καθαρά το πρόσωπό σου, να καταλάβω πόσα σου χρωστώ. Δυο τρόπους ξέρω μόνο να χαρίζομαι: ν’ αγαπώ, και να γράφω. Και καθώς ήδη σ’ αγαπάω απέραντα, σου χαρίζω αυτό το βιβλίο. Το μυστήριο της τρυφερής, μεγάλης σου καρδιάς ήτανε πάντα διάφανο.
Μην αυταπατάσθε, φίλτατοι. Αυτό εδώ ΔΕΝ είναι ένα παιδικό βιβλίο κι εγώ ΔΕΝ είμαι ένας οποιοσδήποτε γάτος. Εγώ τυγχάνω πανέξυπνος, κούκλος και απίστευτα ταλαντούχος. Κάτι Χέμινγουεϊ, κάτι Σάλιντζερ, κάτι Λούις Κάρολ έκαναν όνομα γιατί εγώ δεν είχα βγει ακόμα στο λογοτεχνικό κουρμπέτι. Μου πήρε έξι ζωές και πολύ μεγάλη ταλαιπωρία για να καταφέρω να τρυπώσω πρώτα στο σπίτι και μετά στο κεφάλι ενός γραφιά ώστε να δακτυλογραφήσει τις σκέψεις μου. Τα κατάφερα όμως! Ιδού λοιπόν τα απομνημονεύματά μου (και ολίγον από τα απομνημονεύματά της, αφού οι ζωές μας διαπλέχτηκαν αγρίως). Ιδού τα ζόρια που υφίσταται οποιοδήποτε νοήμον ζώον στο σπίτι οποιουδήποτε συγγραφέα. Ιδού τα βάσανα που υφίστανται οι ευαίσθητοι και ευφυείς συνάδελφοι στο σπίτι οποιουδήποτε ανθρώπου. Ιδού το νόημα του ν’ αγαπάς και να μην αγαπιέσαι αλλά να μην το βάζεις κάτω. Διότι θα με αγαπήσετε θέλετε δεν θέλετε, φίλτατοι. Θα με αγαπήσετε και θα πείτε κι ένα τραγούδι (κατά προτίμησιν το “J’ attendrai” – αλλά επ’ αυτού δεν θα σας πιέσω).
5. ΤΑ ΜΑΓΙΑ
Την εποχή που δημοσιεύει την εμβληματική μυθιστορηματική τριλογία “Οι υπνοβάτες”, ο Χέρμαν Μπροχ έχει ήδη αρχίσει να επεξεργάζεται το επόμενο έργο του. Ακροβατώντας στο ιστορικό μεταίχμιο ανάμεσα στον παλαιό κόσμο που καταρρέει και στον νέο που πασχίζει να γεννηθεί, ο Μπροχ παραμένει πιστός στο σχέδιό του να αποτυπώσει, με τα μέσα της λογοτεχνίας, τη βαθιά κρίση της εποχής του και τις κινητήριες δυνάμεις που τη δημιούργησαν. Καρπός αυτής της αναζήτησης είναι το παρόν μυθιστόρημα, το οποίο συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα του Αυστριακού λογοτέχνη και εκδίδεται για πρώτη φορά στη γλώσσα μας. Στα “Μάγια” ο Μπροχ περιγράφει ένα ημερολογιακό έτος από τη ζωή μιας ορεινής αγροτικής κοινότητας στα χρόνια του Μεσοπολέμου, με αφηγητή τον γιατρό του χωριού. Όταν εμφανίζεται ο παράξενος ξένος Μάριους Ράτι, αρχικά αντιμετωπίζεται με δυσπιστία από τους ντόπιους. Όμως πολύ γρήγορα τα μυστικιστικά και ιδεοληπτικά κηρύγματά του για τη χαμένη ενότητα με τη φύση και τον συνάνθρωπο αρχίζουν να «μαγεύουν» την πλειοψηφία των κατοίκων και η κατάσταση εκτροχιάζεται. Το παλιό ορυχείο στα έγκατα του βουνού αναβιώνει και η μαζική παράκρουση κορυφώνεται με μια ανήκουστη τραγωδία. Στον πυρήνα αυτού του μυθιστορήματος βρίσκεται το φαινόμενο της μαζικής ψυχολογίας και η συλλογική αλλοφροσύνη που προκάλεσε η επέλαση του ναζισμού. Ο Μπροχ δεν στέκεται μόνο στα κοινωνικά φαινόμενα, τη φτώχεια, την απομόνωση, τη δεισιδαιμονία, αλλά επιχειρεί μια κατάδυση μέχρι θεμέλια της ανθρώπινης ύπαρξης, για να ανακαλύψει ποια ανάγκη ώθησε τους ανθρώπους να αντικρίσουν τον σωτήρα τους στο πρόσωπο ενός παράφρονα.
Όταν ήμουν έξι χρόνων, ο πατέρας μου μου είπε ότι θα ξέρω ότι έχω πετύχει στη ζωή μου, όταν σταματήσουν να αναφέρονται σε εμένα ως «η κόρη της Λάτση» ή «η κόρη του Κούρκουλου» και θα είμαι απλώς η «Εριέττα». Αυτό που δε μου είπε ήταν ότι ανάμεσα σε αυτά τα δύο πολύ βαριά επώνυμα θα δυσκολευόμουν πολύ να βρω την ταυτότητά μου. Χρησιμοποιώ συνειδητά τη λέξη «βρω», γιατί η Εριέττα πάντα υπήρχε, όπως υπάρχει ο αυθεντικός εαυτός κάθε ανθρώπου. Αυτό το βιβλίο περιγράφει τη διαδρομή των τριάντα χρόνων της ζωής μου, μέσα στα οποία κατάφερα να επιστρέψω στον αυθεντικό μου εαυτό. Στη διάρκεια αυτών των χρόνων πέρασα όμορφα, αλλά και δύσκολα. […] Γέλασα, χόρεψα και ταξίδεψα πολύ, όμως έπεσα και στα πατώματα, φοβήθηκα, έκλαψα και απελπίστηκα. Σε αυτές τις στιγμές, με κράτησαν όρθια οι αγαπημένοι μου άνθρωποι, στους οποίους δεν ντράπηκα και δε δίστασα να στηριχτώ, αλλά και το όνειρό μου να χρησιμοποιήσω την τύχη και τη δύναμη που μου χαρίστηκαν για να συμβάλω σε έναν καλύτερο κόσμο για όλους. Χωρίς αυτόν τον σκοπό, θα είχα χαθεί σε μια ύπαρξη χωρίς νόημα, από την οποία δε θα μπορούσα να επιβιώσω. Σήμερα, μπορώ επιτέλους να πω ότι στέκομαι στα πόδια μου και ξέρω πολύ καλά ποια είμαι – ΕΙΜΑΙ Η ΕΡΙΕΤΤΑ.
7.ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ: ΤΡΩΤΟΣ ΑΤΡΩΤΟΣ
Δεν υπάρχουν βουνά που δεν μπορείς να νικήσεις. Παναγιώτης Γιαννάκης Ο «Δράκος» του ελληνικού μπάσκετ σήκωσε στους ώμους του όλη την Ελλάδα το 1987. Κατέκτησε όλους τους τίτλους, δοξάστηκε ως παίκτης και ως προπονητής, αλλά δεν ξέχασε ποτέ τους παιδικούς φίλους του, τον πρώτο προπονητή του και τη μητέρα του Καλλιόπη. Ο δημοσιογράφος Παντελής Βλαχόπουλος για έναν χρόνο ήταν συνοδοιπόρος του σε μια βουτιά στην ιστορία της μυθιστορηματικής ζωής του. Τον είδε να αναπολεί, να θυμώνει, να συγχωρεί, να ξεσπάει, να οραματίζεται, να συγκινείται. Οι απόψεις του σκληρές σαν βράχος, το αποτύπωμά του στον ελληνικό αθλητισμό φανερό και λαμπερό. Ο Παναγιώτης Γιαννάκης στις σελίδες αυτού του βιβλίου μιλά σε πρώτο πρόσωπο για τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται, την κοσμοθεωρία του και τα ιδανικά τα οποία πρεσβεύει. Ιδανικά διαχρονικά, που μπορούν να αποτελέσουν φωτεινό μονοπάτι για τη νέα γενιά. Αυτό το μελαχρινό αγόρι με τα πεταχτά αυτιά από τη Νίκαια εξηγεί πώς ξεπέρασε όλες τις αντιξοότητες, τα εμπόδια, την αμφισβήτηση, και από το φτωχόσπιτο της οδού Πάτμου εισχώρησε με το σπαθί του στα σπίτια όλου του κόσμου. Έπεσε πολλές φορές, αλλά στάθηκε όρθιος ξανά και ξανά. Ήταν και είναι ένας τρωτός και άτρωτος. Αν ασχοληθείς με τις δικαιολογίες, θα χάσεις την ευκαιρία να ζήσεις συναρπαστικά. Ο φράχτης έπρεπε να πέσει, να μεγαλώσει το γήπεδο και ν’ αποκτήσω όραμα.. Είναι υπέροχος ο αθλητισμός και οι νίκες, αλλά, όταν ξανακερδίζεις τη ζωή, γίνεσαι ο απόλυτος ορισμός του νικητή. Πρέπει να βλέπουμε τον μεγαλύτερο αντίπαλό μας ως τον καλύτερο προπονητή μας. Παναγιώτης Γιαννάκης.
Όταν η θεία της Τζίνι τής χαρίζει το αγαπημένο της καφέ Pumpkin Spice στη μικρή πόλη Ντριμ Χάρμπορ, η νεαρή γυναίκα αρπάζει την ευκαιρία να ξεφύγει από τη βαρετή δουλειά γραφείου της και να κάνει μια καινούργια αρχή. Ο Λόγκαν είναι ένας ντόπιος αγρότης που αποφεύγει πάση θυσία τα κουτσομπολιά του Ντριμ Χάρμπορ. Η άφιξη της Τζίνι όμως θα διαταράξει τη ρουτίνα του, παρόλο που δε θέλει να έχει καμία σχέση με αυτό το εκνευριστικά χαρούμενο κορίτσι. Ωστόσο τον ελκύει με έναν ανεξήγητο τρόπο. Θα κερδίσει η Τζίνι με την ξέγνοιαστη συμπεριφορά της τον στρυφνό αλλά πανέμορφο Λόγκαν, ή μήπως το κορίτσι της πόλης βρήκε το μόνο άτομο που δεν μπορεί να μαγέψει με τη γοητεία της ή τους pumpkin spice λάτε της;
Το Καφέ Pumpkin Spice είναι μια ρομαντική ιστορία για τους λάτρεις της σειράς Οικογένεια Γκίλμορ, με δύο εντελώς αντίθετους χαρακτήρες κι ένα εγγυημένα καλό τέλος!
Διαβόητος, επιφανής κακοποιός αναζητά πιστή, συνετή βοηθό για να διαχειρίζεται απροσδιόριστα καθήκοντα γραφείου, να υποστηρίζει το προσωπικό σε περιπτώσεις τυχαίων ταραχών, τρόμου και άλλων Σκοτεινών Υποθέσεων Γενικά. Απαραίτητη η εχεμύθεια. Εξαιρετικές παροχές. Η εργασιακή κατάσταση της Ίβι Σέιτζ, η οποία πρέπει να στηρίξει την οικογένειά της που αντιμετωπίζει μια σοβαρή ασθένεια, δεν είναι απλώς κρίσιμη, είναι ζωτικής σημασίας. Έτσι, όταν ένα ατυχές περιστατικό με τον πιο διαβόητο κακοποιό του Ρένεντον καταλήγει σε προσφορά εργασίας, εκείνη ασφαλώς και λέει «ναι». Φυσικά, καμία δουλειά δεν είναι τέλεια, ακόμα περισσότερο όταν ερωτεύεται το τρομακτικό, κυκλοθυμικό και αναμφισβήτητα σέξι αφεντικό της. Μη βρίσκεις τόσο ελκυστικό το κακό, Ίβι. Όμως ακριβώς τη στιγμή που συνηθίζει πια να βλέπει κομμένα κεφάλια να κρέμονται από το ταβάνι και να λιώνει αδέσποτα μάτια με το τακούνι της, η Ίβι αρχίζει να υποπτεύεται ότι αυτό το μπουντρούμι έχει έναν τεράστιο αρουραίο… και δεν πρόκειται μόνο για το κυριολεκτικό είδος. Γιατί κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο του Ρένεντον και κάποιος θέλει να βγάλει το Κάθαρμα –και ολόκληρη την άθλια αυτοκρατορία του– εκτός. Τώρα η Ίβι όχι μόνο πρέπει να αντισταθεί στον έρωτά της για το αφεντικό της και να καταλάβει ακριβώς ποιος σαμποτάρει τη δουλειά του… αλλά και να σιγουρευτεί ότι θα το πληρώσει.
10. Η ΚΟΚΚΙΝΗ ΤΕΝΤΑ ΤΗΣ ΜΠΟΛΟΝΙΑΣ
Καθισμένος στα σκαλοπάτια της Πιάτσα Ματζόρε στην Μπολόνια, μία από αυτές τις απίθανες πόλεις όπου μπορείς να περιπλανηθείς μετά θάνατον, ο αφηγητής ανακαλεί την εικόνα του αγαπημένου του θείου, ενός μανιώδη αλληλογράφου, αναγνώστη και ταξιδιώτη, που σημάδεψε την παιδική και εφηβική του ηλικία. Οι στοές, οι πλατείες, οι εκκλησίες, τα μαγαζιά και οι κόκκινες τέντες αποτελούν το σκηνικό μιας συνομιλίας που, χάρη στη μαγική αρχιτεκτονική της πόλης, μπορεί να συμβεί μυστικά, αν και δημόσια. “Για τους ανθρώπους που ζουν εδώ, οι στοές είναι κάτι σαν προσωπική τους ατζέντα, φτιαγμένη από πέτρα, τούβλα και κυβόλιθους. Μπορείς να επισκεφτείς τους πιστωτές σου, τον κρυφό σου έρωτα, τον ορκισμένο σου εχθρό, το αγαπημένο σου καφέ, τη μητέρα σου, τον οδοντίατρό σου, το τοπικό γραφείο ανέργων, τον καλύτερό σου φίλο ή ένα παγκάκι στο οποίο συνήθως κάθεσαι τελείως μόνος φτιάχνοντας το χανζαπλάστ σε μια μυρμηγκιά στο δείκτη του χεριού σου – μπορείς να πας σε όλα αυτά τα ραντεβού χωρίς να χρειαστεί να περπατήσεις ποτέ κάτω απ’ τον ουρανό. Και τι αλλάζει αυτό στα γεγονότα της ζωής σου; Τίποτα. Κι όμως, κάτω από τις στοές ο αντίλαλος αυτών των γεγονότων ηχεί διαφορετικά. Και το βράδυ, η Απόλαυση και η Απελπισία πιάνονται χέρι χέρι για να κάνουν τον περίπατό τους στις στοές.”
Νέα Υόρκη, νύχτα. Ένα λονγκ γουίκεντ. Λίγο καιρό πριν η πόλη σφραγίσει, πριν το πρώτο λοκ ντάουν. Μια παρέα λίαν παιγμένη. Ένα δερμάτινο τζάκετ, κλεμμένο. Ένας πεθαμένος ροκ σταρ ζητάει δικαίωση από τον τάφο, όχι ότι συμπάσχουμε. Ένας συγγραφέας που δε γράφει λέξη. Ένας εκδότης που του ζητάει το επόμενο βιβλίο. Αυτό που δεν πρόκειται να γραφτεί ποτέ. Ένα μετα-εφηβικό οδοιπορικό της μίας ανάσας. Μια νουβέλα που δεν κατάφερε καν να μεγαλώσει, σε μυθιστόρημα ή και γενικότερα, και, ως εκ τούτου, αρνείται να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Παράλογες καταστάσεις, κοφτοί διάλογοι, αγάμητα αγόρια-κωλόπαιδα και κορίτσια που τους γλεντάνε, δικαίως. Είναι η τελευταία του βδομάδα στην πόλη, μια πόλη θηλυκή, όσο καμία. Θα την περάσει πίνοντας μαργαρίτα, αυστηρά σε χαμηλό ποτήρι.
Με αγάπη
Η ομάδα του By the Book